9/12/08

Το Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος απονεμήθηκε εφέτος στο συγγραφέα Γιώργο Λεονάρδο για το ιστορικό μυθιστόρημά του "Ο Τελευταίος Παλαιολόγος".


Συνεδρίασε χθες (8/12/2008) η Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας και ψήφισε τα βιβλία που λαμβάνουν βραβεία για το 2007.
Μαρτυρία- χρονικό: «Δακρυσμένη Μικρασία, 1919-1922: Τα χρόνια που συντάραξαν την Ελλάδα» του Βασίλη Ι. Τζανακάρη (Μεταίχμιο). Δοκίμιο: «Το ποιητικό τοπίο του ελληνικού 19ου και 20ού αιώνα» του Βαγγέλη Αθανασόπουλου (Καστανιώτη). Μυθιστόρημα: «Ο τελευταίος Παλαιολόγος» του Γιώργου Λεονάρδου (Λιβάνης).

Διήγημα: «Φιλοδοξίες κήπου» της Ευγενίας Φακίνου (Καστανιώτη). Ποίηση: «Λιμός» της Δήμητρας Χ. Χριστοδούλου (Νεφέλη). Το Μεγάλο Βραβείο για το σύνολο του έργου απονέμεται ομόφωνα στον Κώστα Γεωργουσόπουλο. Το νέο βραβείο για λογοτεχνικό περιοδικό απονέμεται εξ ημισείας στα έντυπα «Η λέξη» και «Νέα Εστία». Την Κριτική Επιτροπή αποτελούν οι Παναγιώτης Μαστροδημήτρης (πρόεδρος), Γιώργος Ανδρειωμένος, Δημήτρης Λαμπρέλλης, Κώστας Μπουρναζάκης, Κώστας Σοφιανός, Λώρη Κέζα, Χαρίκλεια Δημακοπούλου, Κώστας Ασημακόπουλος και Γεράσιμος Ζώρας.

1 σχόλιο:

dzois1985 είπε...

/// Με θεμα μου την ζηλια ///

Ητανε καποτες φωλια,
με δυο αλλοιωτικα αηδονια,
Και βγαζαν σκοπο αυτα τα δυο
παρθενο πριμο και σεγοντο,
με τα τραγουδια τους αυτα,
δεν εβρισκε ποτες γωνια
(η Τρισκαταρατη!)
η πληξη και η ανια.

Και ειχανε για ταμμα τους κανονα ιερο,
γλυκολογα ναμην νταλασσουνε στο εμορφο το σπιτικο.
Ετσι αυτά αντί ερωτολογα,δειπνα και χαδια τρυφερα,
οι φαρσες τους αρεζανε αντι για προκαταρκτικά.

Και δωστου αυτοι με παθος τα ψεμματα αρχινανε,
φαρσες που ο λογικος ο νους ποτε του δεν εφτιάνε.
Να και πως επεθανε η θεία μου Μελπω,
να και πως χλωμο αρχιζω να σε βλεπω.
Να και πως σε διωξανε απτην δουλεια την μονη,
να και πως επεθανε το σπιτικο σου το γατονι.

Και μολις ενας αλλονε,
απο μυτη τον επιανε,
ξυπνουσε ενας ερωτας
μια μερα δεν τους εφτανε.

Ηρθε ομως μαθες μια μερα διχως ηλιο
και το φεγγαρι ανασκελα τους μηναε κινδυνο.
Δεν το χες ομως για δες, στο νου του ο Αντρέας,
και το παιχνιδι του εγινε ο Λεων της Νεμέας.

Τι ηθελες Αντρεα και επαιζες την θυληκη τη ζηλια,
δεν ηξερες πως ειν θηριο,πως τρωει ωμη την λεια;
Και ετσι αυτος σκαρφιστηκε, να κανει κολπο γκροσο,
πως πια την εβαρεθηκε,δεν την αντεχει αλλο τοσο.

Ο διαβολος φωλιαζει στις ψυχες,
τις εμορφες τις πιο αγνες.
Ετσι και ενικησε την Μαιρη την μοιραια,
και της εκανει κοκκινα τα μουτρα τα ωραια.

Βαζει στο νου την πιο πικρη την assasina σκεψη,
μα ο Αντρέας δεν θαρρεί πως εχει αγριέψει.
Ετσι απονηρευτος χτυπαει το κουδουνι,
και η Μαρια μον' θωρει του φονου την αγχόνη.
Μπηγει το μαχαιρι της στην ζηλια της τον στοχο,
μα του Αντρεα ενα σαγαπω,του βγαινει αντις για ρογχο.

(*εμπνευσμενο απο μια παλια ταινια με το σεναριο που περιγραφεται στο ποιημα)
Ζωης Διονυσης
Γεναρης 2009